Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ!



Η ενδελεχής διερεύνηση πλείστων τομέων του πνευματικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού τομέα, καταδεικνύει την ελληνική προέλευση ή καθοριστική επιρροή που άσκησαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι στα πεδία αυτά. Ο περισσότερος κόσμος θεωρεί εσφαλμένα ότι το μελλόδραμα (όπερα) έχει ιταλική ή έστω δυτική προέλευση. Ουδείς εξ αυτών όμως μπορεί να φανταστεί ότι οι ιστορικές διαδρομές του καλλιτεχνικού αυτού δημιουργήματος, του τόσο σύνθετου και πολυεπίπεδου, παραπέμπουν ευκρινώς στην αρχαία Ελλάδα. 
Μάλιστα, η ελληνική επίδραση στην όπερα, παρά την διέλευση των αιώνων, είναι αντιστρόφως ανάλογη προς αυτό που προκαλεί η φθορά του χρόνου και η λήθη. Σε επίρρωση αυτής της διαπίστωσης θα αναφερθεί ότι όποιος έχει ασχοληθεί με την ιστορία της όπερας, διαπιστώνει ότι οι όπερες οι οποίες έχουν γραφθεί σε θεματολογία ελληνική κλασική, είναι διπλάσιες στον 20ο αιώνα από όσες στον 19ο και οπωσδήποτε πολύ περισσότερες από όσες εγράφησαν κατά τον 17ο αιώνα. Λαμβανομένου μάλιστα υπόψιν του γεγονότος ότι από την αρχαιότητα έχουν σωθεί περί τις 33 τραγωδίες. Και είναι γνωστό ότι το μελλόδραμα βασίζεται στην αρχαία ελληνική τραγωδία, ακολουθώντας κατά γράμμα τα πρότυπα αυτής, στην οποία διέπρεψαν οι τρεις τραγικοί ποιητές Αισχύλος, Ευριπίδης, Σοφοκλής, αλλά όχι μόνον. 
Η χρήση του χορού στην τραγωδία από τον Γκράουντ, εμφανίζεται πολλά σημεία αναλογίας προς τις τραγωδίες του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. 
Για ένα μεγάλο διάστημα, ιδίως από τους μαρξιστές, το μελόδραμα προσέλαβε μία πολιτική χροιά και θεωρήθηκε ως ένας τρόπος αναψυχής των αστικών μαζών. Ωστόσο η μουσική διαδραματίζει ευρύτερο ρόλο στα πολιτικά δρώμενα και εις επίρρωση αυτών ο Πλάτων στην “Πολιτεία” (4, 424 C) αναφέρει ότι η μουσική δεν αλλάζει ποτέ δίχως να προηγηθεί κάποια σημαντική πολιτική αλλαγή, υφίσταται δηλαδή συνάφεια μεταξύ πολιτικής και πολιτισμού γενικότερα και αυτό γιατί η τέχνη και ο πολιτισμός απηχούν νοοτροπίες, αντιλήψεις που έχουν επίδραση στα δημόσια πράγματα. Μελοδράματα όπως η Πηνελόπη του Μοντεβέρντι, ο Ιδομενέας του Μότσαρτ, η Μήδεια του Θεοδωράκη, η Ηλέκτρα του Ρ. Στράους, ο Οιδίπους Βασιλεύς του Στραβίνσκι, η Άλκηστις του Γκλουκ, είναι ενδεικτικές όπερες που αποδεικνύουν πόσο η αρχαία ελληνική παράδοση επηρέασε τον μουσικό αυτό τύπο. Η επιστροφή του Οδυσσέα στην πατρίδα του Μοντεβέρντι, Διδώ και Αινείας του Πέρσελ, οι Τρώες του Μπερλιόζ και όχι μόνον. Αδιαμφισβήτητα το μυθολογικό στοιχείο και συγκεκριμένα οι ελληνικοί μύθοι, αποτελούν ένα συστατικό στοιχείο για την έμπνευση και τη διάρθρωση των μελλοδραματικών έργων, καθ΄ ότι ο θεματικός τους πυρήνας βρίσκεται σε άμεση συνάφεια, σε μεγάλο βαθμό, με την αρχαιοελληνική κληρονομιά. Ο απόγονος του Ρ. Βάγκνερ, το 1965, Βίλφρεντ, ισχυρίστηκε ότι το “Δακτυλίδι των Νιμπελούγκεν”, απετέλεσε επιστροφή στις μυθολογικές πηγές για αναβίωση της αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Και είναι γνωστό ότι ο μύθος συνιστά μία μορφή συμπύκνωσης και κωδικοποίησης της πραγματικότητος, ενέχει δηλαδή μεγάλες αλήθειες, συμβολικά και περιεκτικά δοσμένες, ικανές να αποκρυπτογραφηθούν μόνον από τους μυημένους και τους αληθινούς εραστές της γνώσεως... 
Σημαντική ήταν η συνεισφορά της Φλωρεντιανής καμεράτας στο ευρωπαϊκό πολιτιστικό γίγνεσθαι, η οποία θέλησε να επαναφέρει το αρχαιοελληνικό δράμα σε εκτεταμένες μουσικές διασκευές. Είναι γνωστό ότι στη Φλωρεντία είχε προηγηθεί η διεργασία του Γ Πλήθωνα Γεμιστού και των μαθητών του, φέροντας την κλασική και ανθρωπιστική παιδεία των αρχαίων προγόνων μας στο προσκήνιο... 
Στην ιστορική αυτή ιταλική πόλη, ιδρύθηκε από τον Μαρσίλιο Φιτσίνο και την οικονομική στήριξη των Μεδίκων, η Νέα (πλατωνικών αρχών) Ακαδημία και μέσα από την πολυσχιδή αυτή διεργασία εκκολάφθηκε η Αναγέννηση αλλά όχι μόνον. 
Καθόλου τυχαία η εμφάνιση της όπερας το 1600, αποτελεί αναβίωση του αρχαίου δράματος από τον Τζιοβάνι ντε Μπάρντι. Τα θέματα στα μελλοδράματα που εμφανίστηκαν την πρώϊμη περίοδο είχαν μυθολογικό περιεχόμενο σχετιζόμενα προς τους Θεούς του Ολύμπου και μυθολογικές διαδρομές του αρχαιοελληνικού κόσμου (Απόλλων, Δάφνη, Χλόη κ.α.) και ο συμβολισμός της όπερας οφείλεται στον Μαρσίλιο Φιτσίνο, έχοντας δεχθεί την ευεργετική πνευματική επίδραση του Γ. Πλήθωνα Γεμιστού. Αυτό το επισημαίνει και ο διαπρεπής ερευνητής και μουσικολόγος Ρόμπερτ Ντόνιγκτον σε εκτενή έργα του. 
Όπως η αρχαία ελληνική τραγωδία, έτσι και η νεοεμφανισθείσα λοιπόν όπερα αφηγείται κατορθώματα Θεών και Ηρώων. Τα πρώτα μελλοδράματα επικεντρώνονται στο ανθρώπινο συναίσθημα το οποίο κατέχει και εξέχουσα θέση. Θέματα όπως Δάφνη και Χλόη, Ευριδίκη, Αφροδίτη και Άδωνις, ανταποκρίνονται ακριβώς σε αυτό το χαρακτηριστικό γνώρισμα. Συνθέτες όπως ο Μοντεβέρντι και ο Μότσαρτ, υϊοθέτησαν τη δομή της ελληνικής τραγωδίας, διαιρώντας τα λιμπρέτα τους σε άριες (μελωδίες) και αφηγηματικά μέρη. Ο μύθος εξελίσσεται σε αφηγηματικά μέρη σε συνδυασμό με την εξυψωτική επίδραση της μουσικής, δημιουργούν την εμπειρία του σύγχρονου μελλοδράματος, το οποίο εδραζόμενο στην ελληνική παράδοση, καθίσταται εξαιρετικά απαιτητικό ως προς την απόδοση... 
Ο Μοντεβέρντι απεπειράθη να μορφοποιήσει και να μετατρέψει τη διασκέδαση των πριγκήπων σε λυρική τραγωδία. Και το έργο του αποτελεί ένα σταθμό στην ιστορία της όπερας. Πρώτος όμως ο Γκλουκ κατόρθωσε να εκφράσει το ιδεώδες αυτό με δυναμισμό. Έφερε στη σκηνή ζωντανό το πνεύμα της αρχαίας τραγωδίας, δημιουργώντας ένα σύγχρονο έργο τέχνης. Εκανε το αρχαίο πνεύμα να ξαναζήσει μέσα από την διονυσιακή του μουσική (Ορφέας, Άλκηστη, Ιφιγένεια, έργα πνοής, αποτελούν μνημεία στην ιστορία του μουσικού δράματος). 
Η αποθέωση του ανθρώπινου πόνου που εμπεριέχεται στην ελληνική τραγωδία, βρίσκει την τελειότερη έκφρασή της στο μελλόδραμα, ή όπως επιγραμματικά αναφέρεται, μπορεί, με άρτιο τρόπο κανείς να κάνει τη θλίψη του τραγούδι και θρήνο. Μέσα από το μελλόδραμα εξαίρεται και εξυψώνεται το ιδανικό, ως ιδεατή κατάσταση, και αυτό το στοιχείο προσδίδει στους πρωταγωνιστές μία διάσταση τραγική αλλά και ηρωϊκή. Ο 18ος αιώνας χαρακτηρίζεται από μία τάση προς τον ορθολογισμό όπως αντικατοπτρίζεται στον “Ιδομενέα” του Μότσαρτ, ενώ ο 19ος αιώνας παραπέμπει στον αναδυόμενο Εθνικισμό, όπως εμφαίνεται στους “Τρώες” του Έκτορος Μπερλιόζ, αλλά όχι μόνο. Ενώ κατά τον 20ο αιώνα παρατηρούμε μία μετάπτωση στην αντίληψη ότι οι γυναίκες διαθέτουν μεγαλύτερη δύναμη όπως στην περίπτωση της Μήδειας η οποία μπορεί να σκοτώσει τα παιδιά της και να αποδράσει, στην Αντιγόνη και όχι μόνον... 
Είναι γνωστό ότι η τραγωδία εχρησιμοποιείτο αφ΄ ενός για την προαγωγή πολιτικών ιδεωδών, αφ΄ ετέρου για την εκπαίδευση και την ηθική διαπαιδαγώγηση-διάπλαση των πολιτών, γι΄ αυτό και η πολιτεία εξασφάλιζε την παρακολούθησή τους ακόμη και από τους πλέον πένητες των πολιτών, φρονώντας ότι κατέχει ηθοπλαστική δύναμη και επιρροή. Παρά το γεγονός ότι η όπερα στην σύγχρονη μορφή της ήκμασε κυρίως στην Ιταλία, υπάρχουν συνθέτες όπως ο Μότσαρτ, ο λυρισμός του οποίου αναβλύζει μέσα από το έργο του, κατορθώνοντας να συγκεράσει τα δύο είδη όπερας, σοβαρής και εύθυμης, σε ένα νέο είδος. 
Ο Γερμανός κλασικιστής και κριτικός τέχνης Γιόχαν Βίνκελμαν, επιγραμματικά περιέγραψε την κλασική τέχνη “επιδεικνύουσα μία ευγενή απλότητα και ένα σιωπηλό μεγαλείο”, καταδεικνύοντας την διαχρονική επίδραση αυτής. Στην αρχαία Ελλάδα η ποίηση ήταν συνδυασμένη με τη μουσική, μέχρι του σημείου να μην υφίστανται στίχοι που δεν τραγουδιούνται. Ήσαν όμως παράλληλα συνδεδμένη η ποίηση με την όρχηση, δηλαδή τον χορό, τον μιμιτισμό, την κίνηση. Όλες οι τέχνες ήσαν ενωμένες σε ένα σώμα, την αρχαία τραγωδία, ζωγραφική, μουσική, ποίηση, θέατρο, χορός και όχι μόνον, με προεξάρχουσα την αισχύλεια τραγωδία... Ο Λεονάρτντο ντα Βίντσι, είχε αποφανθεί ότι η μουσική θα πρέπει να αποκαλείται “αδελφή της ζωγραφικής”, γιατί απεικονίζει, μέσω της αρμονίας των ήχων και μορφοποιεί τα αόρατα στοιχεία του δράματος, ανακαλύπτοντας αόρατες εικόνες που υφίστανται στο υποσυνείδητό μας και “μιλά” τη γλώσσα τους μέσα από την ανεξάντλητη εκφραστική της δύναμη... 
Σύμφωνα με τον Πυθαγόρα και τον Πλάτωνα, το Κάλλος, η Αλήθεια και το Αγαθό είναι τα τρία συστατικά στοιχεία από τα οποία αποτελείται το θείο τρίγωνο. Η Αρμονία και το Κάλλος ανυψώνουν την ανθρώπινη ψυχή σε φωτεινότερες και πνευματικότερες σφαίρες μέσω της ποιήσεως, ζωγραφικής, μουσικής, γλυπτικής, εναρμονιζόμενα όλα αυτά. Η τραγωδία ήταν το μυητικό θέατρο που κληροδότησε ο Λύσιος Διόνυσος στους κοινούς θνητούς για να μπορέσουν να κατανοήσουν τα βαθύτερα μυστήρια της ψυχής αλλά και του νου με δραματουργικό τρόπο δοσμένα. Το μυητικό δράμα είναι ένας μαγικός καθρέπτης της ανθρώπινης ψυχής που προάγει τη φαντασία. Η Μελπομένη, η Μούσα του Θεάτρου, έδωσε έμπνευση σε θεόσταλτες μορφές όπως ο Αισχύλος, που ανύψωσαν την τραγωδία στο ύπατό της εξελικτικό σημείο... Ο Διόνυσος αντιπροσωπεύει την επιθυμία για σωματική εκδήλωση, είναι το ακτινοβόλο πνεύμα της ενσαρκώσεως, το ακατάβλητο ρεύμα της ζωής ωθώντας τα όντα σε ζωή και σε δράση. Η έξαρση της ζωής, το πνεύμα της ατομικότητας, ο θεός του ονείρου και το θέμα της εμπνεύσεως, ενώ ο Απόλλων είναι ο Λόγος της ουράνιας διάνοιας, η ακτινοβολούσα εκδήλωση του θείου κάλλους. Ο Διόνυσος ελέγχει τον υλικό κόσμο, ενώ ο Απόλλων τον πνευματικό... Απόλλων και Διόνυσος είναι αλληλοσυμπληρωματικές δυνάμεις και υποστάσεις και όχι αντιθετικές, ο δε Απόλλων αντιπροσωπεύει τον Θείο Λόγο προτού κατέλθει και ενσαρκώσει την ύλη... Ο δε Διόνυσος αναπαριστά την επιθυμία του θείου να εκδηλωθεί στην ζωή, μέσω του υλικού κόσμου... 
Οι Τιτάνες κατασπάραξαν τον Διόνυσο αλλά ο Δίας τους κεραυνοβόλησε κι έμεινε μόνο η καρδιά του Διονύσου που την έραψε στον μηρό του. Έτσι επήλθε η διάχυση της θείας ουσίας σε ολόκληρο τον ορατό κόσμο και η επάνοδος στην απόλυτη αρμονία μέσα από τα δεινά της ενσαρκώσεως... Δια της τραγωδίας επήλθε η γήϊνη πραγμάτωση, η επιφάνεια του θείου δια της Προμηθεϊκής Ιδέας, και η ουράνια πραγμάτωση δια της Ελευσινίου Ιδέας που είναι η απελευθέρωση της ψυχής και η εκπλήρωση των ανθρώπινων πεπρωμένων στην μελλοντική ζωή στους ανωτέρους κόσμους... Μέσα από τα μελλοδράματα του Ριχάρδου Βάγκνερ και το ελληνολατινικό θέατρο της Οράγγης, έλαβε χώρα η ανασύσταση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας σε όλο της το θρησκευτικό μεγαλείο... Αξίζει να μελετήσει κανείς το βιβλίο του Ριχάρδου Βάγκνερ “Η Επανάσταση στην Τέχνη” μέσα από τις σελίδες του οποίου αναδεικνύεται σε όλη του την έκταση ο βαθύς σεβασμός και η προσήλωση που διακατείχε τον μεγάλο Γερμανό μουσουργό στο αρχαιοελληνικό τραγωδιακό πνεύμα και η ιεροπρεπής, κατανυκτική, θα λέγαμε, προσήλωσή του στις αρχές που το διέπουν. 
Όλα ξεκίνησαν συγκυριακά, από έναν τράγο! Κάποιος χωρικός της Αττικής βλέπει έναν τράγο να καταστρέφει ένα αμπελόκλημα. Πιάνει τον τράγο και τον θυσιάζει στον Διόνυσο. Οι χωρικοί, που παρακολουθούν τη σκηνή της θυσίας, αρχίζουν να χορεύουν γύρω από το σφάγιο και να τραγουδούν εποχικά τραγούδια. Αυτό το συγκυριακό γεγονός, με αφορμή τη θυσία του τράγου, προσέλαβε τοτεμική διάσταση και εξελίχθηκε σε επίσημη ετήσια ιεροτελεστία. Ακόμη και σήμερα, στο κέντρο της κυκλικής ορχήστρας των αρχαίων θεάτρων βλέπουμε το σημείο όπου ήταν τοποθετημένος ο βωμός του Διόνυσου (η «θυμέλη»), η οποία εμφανώς ανακαλεί στη μνήμη το αρχέγονο γεγονός της θυσίας του τράγου. 
Τα πάντα ξεκίνησαν από τον Δήμο του Ικαρίου Διονύσου στην Πεντέλη, όταν ο Θέσπης, καθιέρωσε στον διθυραμβικό ψαλμό του χορού, την προσθήκη ενός προσώπου με μάσκα ο οποίος ήταν ο πρωτοχορευτής, εισάγοντας παράλληλα στον διθύραμβο απαγγελία η οποία κυμαινόταν σε μέτρο διαφορετικό από αυτό του χορού. Προεξάρχων του χορού ήταν ο ίδιος, πραγματοποιώντας ένα είδος διαλόγου με τον χορό. Την ολοκληρωμένη αυτή παρουσίαση της τραγωδίας την πραγματοποίησε στα Μεγάλα Διονύσια μεταξύ του 536-532 π.Χ. επί των ημερών του τυράννου Πεισιστράτου, οπότε και εντάχθηκε η τραγωδία στο επίσημο πλαίσιο των διονυσιακών εορταστικών και λατρευτικών δρωμένων που είχε καθιερώσει ο Δήμος προς τιμήν του Θεού. 
Τον 6ο αι. π.Χ., ο Θέσπις στήνει μια πρόχειρη εξέδρα πάνω σ’ ένα κάρο, ανεβάζει έναν ηθοποιό («υποκριτή») και αρχίζει να περιφέρεται από χωριό σε χωριό, προσφέροντας θέαμα. Αυτό είναι το πρώτο υποτυπώδες θέατρο που θεσπίζεται με τον Θέσπι και αποκαλείται “άρμα Θέσπιδος”. 
Ακολουθεί ο Αισχύλος, ο οποίος αναβαθμίζει το θέατρο, προσθέτοντας και δεύτερο ηθοποιό στη σκηνή για τη δημιουργία διαλόγου. Εισάγει επιβλητικά κοστούμια και στήνει τα καλύτερα σκηνικά της εποχής του. Ο Χορός αποτελείται από 12μελή ομάδα ανδρών. ΟΙ ηθοποιοί φορούν ειδικά υποδήματα με πολύ ψηλό και παχύ πέλμα («κόθορνοι») για να φαίνονται επιβλητικοί σε ρόλους ηρώων, ενώ τα πρόσωπά τους καλύπτουν μάσκες που κάνουν τη φωνή των ηθοποιών ν’ ακούγεται πιο δυνατή.
Μέσα σε διάστημα λίγων μόνο δεκαετιών, κάτω από την ευεργετική επίδραση της επικής αλλά και της λυρικής ποίησης, την ανάπτυξη της ρητορικής τέχνης και την καλλιέργεια του εμβριθούς φιλοσοφικού λόγου, η τραγωδία εξελίχθηκε ταχύτατα και διαμορφώθηκε σε ένα νέο είδος με δικούς του κανόνες, γνωρίσματα και προοπτικές. Γι΄ αυτό και η προέλευση της τραγωδίας έχει αμιγώς θρησκευτική υφή. Στην πορεία της εξελίξεώς της, ωστόσο, αν και η τραγωδία διατήρησε πολλά από τα διονυσιακά στοιχεία που την χαρακτήριζαν εξ αρχής (Xορός, μεταμφίεση, σκευή (= ενδυμασία ηθοποιών), τα θέματά της ωστόσο διαφοροποιήθηκαν και δεν είχαν σχέση με τον Διόνυσο. Παρά ταύτα, ως προς τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά γνωρίσματα, η τραγωδία ουδέποτε αναίρεσε τη διονυσιακή της προέλευση. Αξίζει να επισημάνουμε ότι ανέκαθεν αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της λατρείας του θεού, κατά τη διάρκεια των εορτών του, οι παραστάσεις δε οι τραγικές διεξάγονταν στον ιερό χώρο του Eλευθερέως Διονύσου, οι ιερείς του κατείχαν τιμητική θέση στην πρώτη σειρά των επισήμων, οι νικητές των δραματικών αγώνων στεφανώνονταν με κισσό, ιερό φυτό του Διονύσου. Tη σύνδεση της τραγωδίας με τη λατρεία του Διονύσου επιμαρτυρεί και το θέατρο προς τιμήν του (Διονυσιακό), στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης, που σώζεται μέχρι σήμερα και η δομή του αποτέλεσε το πρότυπο για όλα τα μεταγενέστερα αρχαία θέατρα. 
Στην Αθήνα της κλασικής εποχής, που χαρακτηρίζεται από την έξαρση του ηρωϊκού πνεύματος, ένεκα των περσικών πολέμων και των επιβουλών που αντιμετώπισε η πόλη των Αθηνών, επόμενο ήταν οι τραγωδίες να επηρεαστούν άμεσα από το πνεύμα της εποχής και να αποτελέσουν σκηνικές παραστάσεις στις οποίες εξυμνείται ο ηρωικός άνθρωπος, που συγκρούεται με τη Μοίρα, την Ανάγκη, τη θεία δικαιοσύνη. 
Η τραγωδία ως προς την πλοκή της διέρχεται από μία τριαδική κλιμάκωση (διάπραξη ύβρεως-άτη-δίκη), που παρουσιάζεται ολοκληρωμένη επί Σόλωνος (6ος αι. π.X.), και η κλιμάκωση αυτή αποτελεί το ηθικό υπόβαθρο της τραγωδίας. Η υπεροπτική συμπεριφορά και η υπέρβαση του μέτρου, προκαλεί την ύβρη, η ο οία επιφέρει την άτη= θεϊκή δύναμη του ολέθρου που τυφλώνει τους ανθρώπους και τους παρασύρει στην καταστροφή, ενώ επέρχεται καθαρτικά η δίκη στην κορύφωση, εκδηλωνόμενη ως έκφανση θείας δικαιοσύνης και καθάρσεως, ηθικές έννοιες που ενυπάρχουν στον Όμηρο και στον Hρόδοτο. 
Ο χώρος των παραστάσεων ήταν το θέατρο, ένας κυκλικός χώρος που περιλάμβανε: 
•Το θέατρον, που ονομαζόταν κοῖλον, εξαιτίας του σχήματός του, ο χώρος του “θεᾶσθαι” (θεάομαι-ῶμαι=βλέπω), όπου κάθονταν οι θεατές ημικυκλικά, απέναντι από τη σκηνή. Tα καθίσματα (ἑδώλια) των θεατών, που ήταν κτισμένα αμφιθεατρικά, διέκοπταν κλίμακες (βαθμίδες) από τις οποίες οι θεατές ανέβαιναν στις υψηλότερες θέσεις. Δύο μεγάλοι διάδρομοι (διαζώματα) χώριζαν το κοίλον σε τρεις ζώνες, προκειμένου να διευκολύνουν την κυκλοφορία των θεατών. Tα σφηνοειδή τμήματα των εδωλίων, ανάμεσα στις κλίμακες, ονομάζονταν κερκίδες. 
•Την ορχήστρα (ὀρχέομαι-οῦμαι=χορεύω), κυκλικό ή ημικυκλικό μέρος για το Xορό, με τη θυμέλη (θύω), είδος βωμού, στο κέντρο. Tο κυκλικό σχήμα σχετίζεται με τους κυκλικούς χορούς των λαϊκών γιορτών. 
•Τη σκηνή, ξύλινη επιμήκη κατασκευή προς την ελεύθερη πλευρά της ορχήστρας, με ειδικό χώρο στο πίσω μέρος για τη σκηνογραφία και την αλλαγή ενδυμασίας των υποκριτών. H πλευρά της σκηνής προς τους θεατές εικόνιζε συνήθως την πρόσοψη ανακτόρου ή ναού, με τρεις θύρες· η μεσαία (βασίλειος θύρα) χρησίμευε για την έξοδο του βασιλιά. 
Εκατέρωθεν της σκηνής υπήρχαν δύο διάδρομοι, οι πάροδοι: Από τη δεξιά για τους θεατές πάροδο εισέρχονταν όσα πρόσωπα του έργου έρχονταν από την πόλη ή από το λιμάνι, και από την αριστερή όσα έρχονταν από τους αγρούς ή από άλλη πόλη. Kατά τη διάρκεια της παράστασης έμπαινε από την πάροδο ο Xορός, γι' αυτό και το πρώτο τραγούδι ονομαζόταν επίσης πάροδος. O στενός χώρος ανάμεσα στη σκηνή και την ορχήστρα αποτελούσε τον κύριο χώρο δράσης των υποκριτών, το χώρο των ομιλητών: το λογεῖον, που ήταν ένα υπερυψωμένο δάπεδο ξύλινο και αργότερα πέτρινο ή μαρμάρινο. Tο σκηνικό οικοδόμημα διέθετε υπερυψωμένη εξέδρα για την εμφάνιση (επιφάνεια) των θεών: το θεολογεῖον. 
Σκηνογραφικά και μηχανικά μέσα, συνεπικουρούσαν το έργο των ηθοποιών και την απρόσκοπτη εξέλιξη της δραματικής πλοκής. Διακρίνονται το ἐκκύκλημα (ἐκ-κυκλέω, τροχοφόρο δάπεδο πάνω στο οποίο παρουσίαζαν στους θεατές ομοιώματα νεκρών), ο γερανὸς ή αἰώρημα (αἰωρέω, ανυψωτική μηχανή για τον “ἀπὸ μηχανῆς θεόν”), το βροντεῖον (για τη μηχανική αναπαραγωγή της βροντής και της αστραπής), οι περίακτοι (περὶ + ἄγω), δύο ξύλινοι στύλοι για εναλλαγή του σκηνικού. 
Ο πιο σημαντικός παράγοντας για τη μετάδοση ολόκληρων έργων και τη διατήρησή τους στο χρόνο υπήρξε η αδιάλειπτη παρέμβαση των μελετητών, οι οποίοι, από τον Aριστοτέλη έως τους Aλεξανδρινούς γραμματικούς, συγκέντρωσαν και ανέλυσαν τα κείμενα της τραγωδίας διασφαλίζοντας έτσι την επιβίωσή τους. 
Στον δυτικό κόσμο και ιδίως στον λατινόφωνο η αρχαία τραγωδία έγινε γνωστή μέσα από τη μετάφραση και την προσαρμογή των θεμάτων της στα έργα των Ρωμαίων ποιητών, του επικού Έννιου (3ος-2ος αι. π.X.), του τραγικού Άκκιου (2ος αι. π.X.) και του φιλόσοφου Σενέκα (1ος αι. μ.X). Οι πολυάριθμες επεξεργασίες των θεμάτων της αρχαίας τραγωδίας που επιχειρήθηκαν ως σήμερα αποδεικνύουν την εκφραστική δύναμη και την διαχρονικότητά τους. Πρόκειται για θέματα απτόμενα θεμελιωδών ζητημάτων και προαιώνιων ερωτημάτων που σχετίζονται με τη ζωή και τον συναισθηματικό κόσμο του ανθρώπου. Σπουδαίοι στοχαστές, όπως ο Γκαίτε, ο Έγελος, ο Nίτσε κ.ά., έβρισκαν στις αρχαίες τραγωδίες αστείρευτη πηγή σκέψεων για τη μοίρα του ανθρώπου, τη φύση της τέχνης, τη σύγκρουση των αντιθέτων. Θεατρικές προσαρμογές ή μεταγραφές των τραγικών έργων σε νέα έργα λαμβάνουν χώρα από τον 16ο αιώνα, ενώ τον 19ο και τον 20ό αι. αναβιώνει η τραγωδία αυτούσια σε συνδυασμό με τη φιλολογική έρευνα που έχει προηγηθεί σε πανεπιστημιακούς κύκλους (Πανεπιστήμιο Καίμπριτζ, Oξφόρδης, Eδιμβούργου κ.ά.). Παραστάσεις κλασικών τραγωδιών δίνονται με επιτυχία στα σύγχρονα θέατρα από αξιόλογους σκηνοθέτες. 
Προσπάθειες αναβίωσης της τραγωδίας από τον Μεσοπόλεμο και εντεύθεν, συντελέστηκαν στο Φεστιβάλ Θεάτρου των Συρακουσών (ξεκίνησε το 1914), στις Δελφικές Γιορτές (το 1927 και το 1930 από τον επιφανή αρχαιολάτρη Άγγελο Σικελιανό και τη γυναίκα του Eύα Πάλμερ), ενώ από το 1954 καθιερώθηκε το αρχαίο δράμα στο Φεστιβάλ της Eπιδαύρου και τον επόμενο χρόνο στο Φεστιβάλ Aθηνών. Σε όλες τις περιπτώσεις η λογοτεχνική έκφανση του τραγικού είδους παρέμεινε σχετικά ίδια, όπως ακριβώς και το πνεύμα που τη ζωντάνευε. Σήμερα, σε όλο σχεδόν τον κόσμο, ανέρχονται επί σκηνής τα έργα του Aισχύλου, του Σοφοκλή και του Eυριπίδη. Eίκοσι πέντε αιώνες μετά, αξιόλογοι δημιουργοί εμπνέονται από την αρχαία τραγωδία, συνεχίζουν να γράφουν τραγωδίες και να δανείζονται από τους Έλληνες τους τίτλους, τα θέματα, τις υποθέσεις και τα πρόσωπα, αναδεικνύοντας αντίστοιχα ιδέες με υψηλό νόημα που παραδειγματίζουν, φρονηματίζουν και σφυρηλατούν ήθος. ‘Εργα νεότερα, εμπνευσμένα από τους μύθους της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας όπως και σήμερα παρουσιάζονται, αποτελούν την μεγαλύτερη ζωντανή απόδειξη περί του ότι η παρακαταθήκη των αρχαίων προγόνων μας, αποτελεί πηγή ανεξάντλητης έμπνευσης που προσελκύει και καθηλώνει, έχοντας περιβληθεί με μία αίγλη που δύσκολα προσεγγίζεται... Ωστόσο, η αναβίωση της τραγωδίας με οποιαδήποτε μορφή και η αναμφισβήτητη επικαιρότητά της αποδεικνύουν ότι αυτή αποτελεί εξαίρετο δημιούργημα του ανθρώπινου πνεύματος. 
Eκτός από το Θέσπη, το δημιουργό της τραγωδίας και μεγάλο ανακαινιστή της, άλλοι σημαντικοί και επιφανείς ποιητές που προηγήθηκαν των τριών μεγάλων τραγικών, των οποίων όμως το έργο δεν έχει διασωθεί, είναι: Ο Xοιρίλος ο Aθηναίος, ο οποίος έλαβε μέρος σε δραματικό αγώνα το 514 π.X. και αργότερα διαγωνίστηκε με τον Πρατίνα, το Φρύνιχο και τον Aισχύλο. Aπό το έργο του (160 δράματα) είναι γνωστός ο τίτλος της τραγωδίας Aλόπη. Eισήγαγε τη λαμπρή αμφίεση των ηθοποιών και βελτίωσε τα πρώτα ατελή προσωπεία. Ο Πρατίνας, από τομ Φλειούντα της Πελοποννήσου, ο οποίος συνέγραψε 18 τραγωδίες (γνωρίζουμε έναν τίτλο, Καρυάτιδες) και 32 σατυρικά δράματα. Θεωρείται ο αναμορφωτής του σατυρικού δράματος και ο εισηγητής του στην Αθήνα. Aναφέρεται μία νίκη του σε δραματικό αγώνα με τον Aισχύλο. 
Ο Φρύνιχος ο Αθηναίος, μαθητής του Θέσπη (9 δράματα), ο οποίος εισήγαγε πρώτος τους γυναικείους ρόλους. Δοκίμασε να δραματοποιήσει καλλιτεχνικά τη σύγχρονη ιστορία με αφορμή την υποδούλωση της Μιλήτου από τους Πέρσες, το 494 π.Χ. Mια άλλη τραγωδία του, “Οι Φοίνισσαι” (το 476 π.X.), της οποίας το Xορό αποτελούσαν γυναίκες από τη Φοινίκη, κέρδισε το πρώτο βραβείο· έχει θέμα την ήττα των Περσών στη Σαλαμίνα και υπήρξε το πρότυπο της ομόθεμης τραγωδίας Πέρσαι του Aισχύλου. 
Όπως προαναφέρθηκε, ουδείς συνέβαλλε στην αποκατάσταση της αρχαιοελληνικής τραγωδίας, όσο ο Ριχάρδος Βάγκνερ. Κατά το Λυκόφως των Θεών του Βάγκνερ, αναδυόταν ένας ναός στο ημίφως, ενόμισε κανείς ότι έβλεπε το υπερανθρώπινο όραμα ενός κόσμου που ήταν διαποτισμένος από ζωή και κάλλος... Ο Αριστοτέλης είχε αποφανθεί ότι η τραγωδία είναι η κάθαρση της ψυχής μέσω του φόβου και του ελέους... Μέσα από την ανυπέρβλητη φρενίτιδα και την μυητική έκσταση που προκαλούσε η τραγωδία, ο θεατής ανυψωνόταν ψυχικά και διαπλαθόταν ακολουθώντας υποσυνείδητα την ατραπό ανωτέρω αρχών και αξιών. Γι΄ αυτό ακριβώς τον λόγο, οι αρχαίοι μας πρόγονοι είχαν αντιληφθεί την παιδαγωγική και διαπλαστική ικανότητα της τραγωδίας και είχαν καθιερώσει τον θεσμό των χορηγιών, ώστε η Πολιτεία να εξασφαλίζει την παρακολούθηση της επωφελούς τραγωδίας από όλους τους πολίτες, για ηθοπλαστικούς λόγους, ακόμη και από τους πλέον πένητες. Σήμερα, αντίθετα, δεν εκδηλώνεται αυτή η επιδίωξη και βλέπουμε τις επιπτώσεις από την “παιδεία” εκείνη την τεχνοκρατική, από την οποία έχει αφαιρεθεί παντελώς η ανθρωποπλαστική διάσταση, καθ΄ ότι εξυπηρετεί άλλους σκοπούς και αλλότριες προς τον άνθρωπο επιδιώξεις... 
Όμως ο τομέας του μελλοδράματος δεν είναι ο μοναδικός ο οποίος οφείλει τις καταβολές και τις απαρχές του στο αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Αν ασχοληθεί κανείς εμπεριστατωμένα, θα διαπιστώσει ότι πλείστοι τομείς της τέχνης, του πνεύματος, της επιστήμης, εμφορούνται από την ελληνική επίδραση η οποία είναι από θεμελιώδης έως καταλυτική για την ανάπτυξή τους... 
Από τους Προραφαηλίτες και τους Μεσαιωνικούς ζωγράφους μέχρι τους καλλιτέχνες της Αναγεννήσεως και ακόμη παραπέρα, το ελληνικό πνεύμα θάλλει και ακτινοβολεί, καταυγάζοντας με το επιβλητικό φως του ολόκληρο το φάσμα των τεχνών, των επιστημών, της έρευνας και του πολιτισμού ευρύτερα, για σήμερα και για πάντα... 
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ: 6909-75.33.72

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο ΜΥΣΤΗΡΙΑΚΟΣ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ Στην αρχαία Ελλάδα οι πεταλούδες προσελάμβαναν τον συμβολισμό των Ψυχών, θεωρώντας ότι απεικονίζουν τις ψυχές των μεταστάντων που ακολουθούν, εξερχόμενες των σωμάτων, την πορεία προς τα ανώτερα πεδία... Ανάλογο συμβολισμό προσελάμβαναν και τα τζιτζίκια...  Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν την πεταλούδα «σκώληκα ή καμπή», ενώ τη χρυσαλλίδα, το επόμενο δηλαδή στάδιο (στάδιο μεταμορφώσεώς της από την κάμπια) «νεκύδαλλο», που σημαίνει «περίβλημα νεκρού». Στην ελληνική αλλά και στη ρωμαϊκή μυθολογία η Ψυχή, υπήρξε μια θνητή, απελευθερώθηκε από το θάνατο από τον Δία και η μυθολογική εικονοπλασία την αναπαριστά πολλές φορές με φτερά πεταλούδας.  Απελευθερωμένο από τα δεσμά του θενάτου, το σώμα της Ψυχής θα μπορούσε να πετάξει ελεύθερα στα ύψη, ξεφεύγοντας από τα ασφυκτικά δεσμά της χρυσαλίδας .  Σε επίπεδο μυθολογικού συμβολισμού, με την ομορφιά της η Ψυχή ξύπνησε τη ζηλοτυπία της Αφροδίτης, γιατί κατόρθωσε να μαγέψει και αυτόν τον ...

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΗ ΘΥΣΙΑ ΤΟ “ΔΥΣΤΥΧΗΜΑ” ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ; Ο ΣΑΤΑΝΙΣΜΟΣ ΘΕΡΙΕΥΕΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ! Παρήλθαν δύο έτη από την πολύνεκρη πρόσκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη, ένα ζήτημα το οποίο έχει πολλές πτυχές και που προσλαμβάνει πολλές παραμέτρους και η διαλεύκανση της τραγωδίας δεν έχει επέλθει... Τι συνέβη όμως πραγματικά στα Τέμπη και γιατί συνέβη εκεί; Ήταν πράγματι ατύχημα, οφειλόμενο στα απηρχειωμένα συστήματα ασφαλείας του ΟΣΕ και στον ανθρώπινο παράγοντα, ή μήπως κάποιοι το “προκάλεσαν” με σκοτεινές σκοπιμότητες; Πολύ περίεργοι είναι και δύο θάνατοι που προκλήθηκαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μετά το συμβάν στα Τέμπη. Του Διευθυντή Κυκλοφορίας του ΟΣΕ και ενός σταθμάρχη από τον σταθμό του Βόλου... Κατά γενική ομολογία, τα Τέμπη, αν και από αισθητικής απόψεως είναι μία όμορφη τοποθεσία, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι κρύβει κάτι “παράξενο”, απόκοσμο, μυστηριακό... Το “στοίχειωμα” των Τεμπών δεν είναι κάτι νέο. Οι Θεσσαλοί στην αρχαιότητα, ανά 9ετία, πραγματοποιούσαν εξαγνιστικές τ...

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

 ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ-ΠΡΩΗΝ ΜΕΓΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΗΣ ΕΜΣΤΕ: ΑΠΟ ΤΙΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ, ΑΠΕΡΡΕΥΣΑΝ ΟΙ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ & Η  ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ! Εν έτει 1990, ο τότε Μέγας Διδάσκαλος της αυτοαποκαλούμενης "Εθνικής Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος" Ευστάθιος Λιακόπουλος, είχε παραχωρήσει συνέντευξη στο περιοδικό "Έρευνα", όπου μεταξύ των άλλων θεμάτων, είχε αναφερθεί στην επίδραση που άσκησε ο τεκτονισμός ως προς την υϊοθέτηση και εφαρμογή των κοινοβουλευτικών διαδικασιών στην πολιτική λειτουργία. Ο τότε Μ.Δ. της ΕΜΣΤΕ ανέφερε χαρακτηριστικά ότι ο κοινοβουλευτισμός υπήρξε απείκασμα των τεκτονικών διαδικασιών-συνελεύσεων των τεκτόνων/οικοδόμων, εισάγοντας την αρχή της αντιπροσωπευτικότητας... Το ερώτημα που τίθεται κατόπιν αυτού, έχει δύο σκέλη: Κατά πόσο ισχύει η αντιπροσωπευτικότητα, υπό την έννοια ότι η ανάδειξη εκπροσώπων έχει τον δεσμευτικό χαρακτήρα της αναθέσεως μίας συγκεκριμένης εντολής και τι δικλείδες ασφαλείας υπάρχουν ως προς την τήρηση των κατευθυν...