ΑΡΧΕΓΟΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΙΕΡΑΤΙΚΑ ΓΕΝΗ ΚΑΙ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΕΣ-ΜΥΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΦΡΑΤΡΙΕΣ
Στον αρχαίο Ελληνικό Κόσμο υφίσταντο ιερατικές οικογένειες, οι οποίες λειτουργούσαν τα Μυστήρια και η διαδοχή σε αυτές είχε κληρονομικό χαρακτήρα. Μεταξύ αυτών των οικογενειών διακρίνονται οι Λυκομήδες, οι Ακεστωρίδες, οι Βραγχίδες, οι Ετεοβουτάδες, οι Ευμολπίδες, οι Κήρυκες, οι Ευπατρίδες, οι Ησυχίδες, οι Κινυράδες, οι Μελαμποδίδες και άλλες, λιγότερο γνωστές Ελληνικές ιερατικές οικογένειες/αδελφότητες, στο πλαίσιο των οποίων η ιερατική ιδιότητα αποτελεί κοινό γνώρισμα της οικογένειας ή της φρατρίας (συνεκτικός κρίκος της οποίας είναι οι δεσμοί αίματος) που μεταβιβάζεται από τον πατέρα στον υιό και ακολούθως στον εγγονό.
Στην παρούσα συνοπτική αναφορά θα επιχειρήσουμε να καταγράψουμε τις ανωτέρω ιερατικές οικογένειες.
Με την εγκαθίδρυση ενός ιερού, η ιερατική φρατρία αποκτά εντοπιότητα, διαμορφώνοντας τον ιερό χώρο, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό σύμφωνα με την ομηρική αντίληψη είναι αλληλένδετος με τον ιερέα. 'Αλλωστε η ιερότητα σε έναν χώρο δεν απονέμεται, αλλά "οικοδομείται" σταδιακά, δημιουργείται σε ενεργειακό επίπεδο από την αγνότητα των σκέψεων, των προθέσεων και την χρηστοήθεια των πράξεων.
Οι ιερατικές αυτές αδελφότητες/φρατρίες (εκ του ομηρικού όρου φρατήρ=αδελφός), διατηρούν το δικαίωμα να μεταφέρουν το ιερό σε περίπτωση μεταβάσεώς τους σε άλλον τόπο, ως έπραξε σχετικώς το ιερατικό γένος των Βραγχίδων ιερέων, οι οποίοι μετέφεραν από τους Δελφούς στην Μίλητο το ιερό των Διδύμων, Απόλλωνα και Αρτέμιδος.
Ιδρυτής της ιερατικής αυτής κοινότητος υπήρξε ο Βράγχος, ανήκων στην οικογένεια των Δημοκλειδών, στην οποία αποδίδεται η οιωνοσκοπία των υδάτων. Πρόκειται για τη διαδικασία που ακολουθούσε η εκάστοτε δελφική Πυθία για να χρησμοδοτήσει, χρησιμοποιώντας μία μεγάλη λεκάνη γεμάτη νερό σε ορειχάλκινο τρίποδα και ράβδο, προκαλώντας δίνες επί του ύδατος.
Το γένος των Ακεστωριδών επέλεγε τις άσπιλες εκείνες παρθένες που θα επωμίζονταν την ιερατική ιδιότητα και λειτουργία στον ναό της Πολιάδος Αθηνάς. Κάτι ανάλογο συνέβαινε και με τις Αρρηφόρους παρθένες αλλά και τις μικρές "άρκτους" που υπηρετούσαν την "Αρκτεία" προς τιμήν της Θεάς Αρτέμιδος στην Βραυρώνα.
Οι Ετεοβουτάδες ανάγουν την καταγωγή τους στον αδελφό του Ερεχθέως, Βούτα ή Βούτη. Ο Βούτας, όρος που προσιδιάζει σε ποιμένα, κατά τα πρότυπα του Εύμηλου, δηλαδή του πνευματικού ποιμένος-μυσταγωγού, υπηρετούσε την Θεά της Σοφίας Αθηνά καθώς και τον Εριχθόνιο Ποσειδώνα.
Οι Ευμολπίδες αποτελούσαν μία από τις σημαντικότερες ιερατικές φρατρίες θρακικής καταγωγής. Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνος, εγκαταστάθηκαν μαζί με τους υπόλοιπους Θρακικής καταγωγής στο Θριάσιο Πεδίο, επανιδρύοντας την Ελευσίνα. Κατά την παράδοση αναγνωρίσθηκαν από τον Θησέα ως επίσημοι ιεροφάντες των Ελευσινίων Μυστηρίων με την ενσωμάτωση του Θριασίου Πεδίου στην σφαίρα επιρροής και ελέγχου των Αθηνών, αποτελώντας παράλληλα και τους αποκλειστικούς θεματοφύλακες των θεσπισμένων ιερών νόμων.
Οι Ευπατρίδες ανήκαν στην τάξη των ευγενών και ήσαν εντεταλμένοι από την πολιτεία προκειμένου να παρακολουθούν τις θρησκευτικές τελετές ώστε να διαφυλάσσονται οι παραδόσεις, να ερμηνεύονται θέματα απτόμενα ιερατικών θεσμών, ασκώντας παράλληλα χρέη θεματοφυλάκων των νόμων.
Οι Ησυχίδες αποτελούσαν Μινυακής προελεύσεως ιερατική αδελφότητα που συνδέεται με την αρχέγονη παράδοση της ιερότητας του όρκου και την δίωξη της αδικίας ως και την αντιμετώπιση της Ύβρεως. Τα ιερατικά καθήκοντα στην αδελφότητα αυτή ασκούνταν πάντοτε από ιέρειες. Και αυτό διότι υπηρετούσαν τις Ερινύες, θεϊκές μορφές απονομής δικαιοσύνης και τιμωρίας των ανίερων και άδικων. Διατηρούσαν ιερό στο Τιλφούσιο της Βοιωτίας καθώς και στον ΄Ιππιο Κολωνό. Η ονομασία τους προέρχεται εκ του γεγονότος ότι οι τελετουργικές τους πράξεις διεξάγονταν εν σιγή...
Οι Θαυλονείδες συγκροτούσαν επίσης μία αρχέγονη ιερατική αδελφότητα, Πελασγικής καταγωγής, που υπηρετούσαν την θεότητα των ουρανών και των κεραυνών, από τις τάξεις της οποίας αναδεικνύονταν οι ιερείς των εορτών των Διϊπολίων.
Οι Κήρυκες είναι από τις σημαντικότερες φρατρίες ιερέων, ανάγοντας την καταγωγή τους σε θεϊκές μορφές,μέσω του Κήρυκος, υιού του Ερμή. Ο ένας από τους τέσσερις ιερείς των Ελευσινίων Μυστηρίων προερχόταν από την φρατρία τους και φέρει τον τίτλο Ιεροκήρυξ. Απαγόρευε την είσοδο στους αμυήτους και ενημέρωνε τους μυημένους ως προς το περιεχόμενο των ερωτήσεων του Ιεροφάντου, ώστε να απαντούν σωστά. Εξήγγελαν επισήμως την έναρξη προπαρασκευής των υπό μύηση για την περίοδο των μυστηριακών δρωμένων, κηρύσσοντας εγκράτεια.
Οι Κινυράδες έλκουν την καταγωγή τους από τον ηγεμόνα της Πάφου, Κιννύρα, που καθιερώνει την λατρεία της Αφροδίτης στην Κύπρο. Ο πρωθιερεύς είναι γνωστός με τον τίτλο Αγήτωρ.
Οι Κυννίδες αποτελούν μία ακόμη ιερατική φρατρία που έλκει την καταγωγή της από τον πρώτο ιερέα του Απόλλωνος Κυννίδη στην Αττική.
Οι Μελαμποδίδες, η σημαντικότερη ιερατική αδελφότητα για την προϊστορική Ελλάδα, προέρχεται από τον μυθικό μύστη Μελάμποδα. Από την Πύλο και μετά από μαθητεία στο Σπήλαιο των Λιμνών στον Χελμό, όπου αποκτά ιατρικές γνώσεις, ο Μελάμπους και οι απόγονοί του εμφανίζονται στην Ηλιδα και την Αργολίδα, δρώντας ως θεραπευτές και οιωνοσκόποι, εισάγοντας τους θεραπευτικούς καθαρμούς με χρήση βοτάνων. Η αδελφότητα διέθεται ιερό στα Αιγόσθενα της Μεγαρίδος, όπου τελούνταν ανά έτος εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν του θεοποιημένου γενάρχη της, ενώ από τα επιφανέστερα μέλη της υπήρξε ο μύστης ιατρός και οιωνοσκόπος Αμφιάραος, ιερό και εγκοιμητήριο-μαντείο του οποίου υφίσταται στον Κάλαμο Αττικής.
Ο Ηρόδοτος διατείνεται ότι οι Μελαμποδίδες (εκ του Μελάμπους=μέλας+πους=ο ηλιοκαής, ο έχων ηλιακή βάση, άρα ο μυσταγωγός), επεξήγησαν επαρκώς την προέλευση και την σημασία του ονόματος του Διονύσου.
Οι Λυκομήδες (εκ του Λύκη+μήδομαι=οι φωτεινοί στην σκέψη), υπήρξε ιερατρική φρατρία που λειτουργούσε αρχέγονα μυστήρια στην περιοχή της Καισαριανής στον Υμμητό, τα οποία σταδιακά "κατήλθαν" στην ΄Αγρα και συν τω χρόνω, με τη συμμετοχή της Σαισάρας, κόρης του βασιλέως της Ελευσίνος Κελεού, παρεχώρησαν τη σκυτάλη στα Ελευσίνια Μυστήρια...
Στην παρούσα συνοπτική αναφορά θα επιχειρήσουμε να καταγράψουμε τις ανωτέρω ιερατικές οικογένειες.
Με την εγκαθίδρυση ενός ιερού, η ιερατική φρατρία αποκτά εντοπιότητα, διαμορφώνοντας τον ιερό χώρο, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό σύμφωνα με την ομηρική αντίληψη είναι αλληλένδετος με τον ιερέα. 'Αλλωστε η ιερότητα σε έναν χώρο δεν απονέμεται, αλλά "οικοδομείται" σταδιακά, δημιουργείται σε ενεργειακό επίπεδο από την αγνότητα των σκέψεων, των προθέσεων και την χρηστοήθεια των πράξεων.
Οι ιερατικές αυτές αδελφότητες/φρατρίες (εκ του ομηρικού όρου φρατήρ=αδελφός), διατηρούν το δικαίωμα να μεταφέρουν το ιερό σε περίπτωση μεταβάσεώς τους σε άλλον τόπο, ως έπραξε σχετικώς το ιερατικό γένος των Βραγχίδων ιερέων, οι οποίοι μετέφεραν από τους Δελφούς στην Μίλητο το ιερό των Διδύμων, Απόλλωνα και Αρτέμιδος.
Ιδρυτής της ιερατικής αυτής κοινότητος υπήρξε ο Βράγχος, ανήκων στην οικογένεια των Δημοκλειδών, στην οποία αποδίδεται η οιωνοσκοπία των υδάτων. Πρόκειται για τη διαδικασία που ακολουθούσε η εκάστοτε δελφική Πυθία για να χρησμοδοτήσει, χρησιμοποιώντας μία μεγάλη λεκάνη γεμάτη νερό σε ορειχάλκινο τρίποδα και ράβδο, προκαλώντας δίνες επί του ύδατος.
Το γένος των Ακεστωριδών επέλεγε τις άσπιλες εκείνες παρθένες που θα επωμίζονταν την ιερατική ιδιότητα και λειτουργία στον ναό της Πολιάδος Αθηνάς. Κάτι ανάλογο συνέβαινε και με τις Αρρηφόρους παρθένες αλλά και τις μικρές "άρκτους" που υπηρετούσαν την "Αρκτεία" προς τιμήν της Θεάς Αρτέμιδος στην Βραυρώνα.
Οι Ετεοβουτάδες ανάγουν την καταγωγή τους στον αδελφό του Ερεχθέως, Βούτα ή Βούτη. Ο Βούτας, όρος που προσιδιάζει σε ποιμένα, κατά τα πρότυπα του Εύμηλου, δηλαδή του πνευματικού ποιμένος-μυσταγωγού, υπηρετούσε την Θεά της Σοφίας Αθηνά καθώς και τον Εριχθόνιο Ποσειδώνα.
Οι Ευμολπίδες αποτελούσαν μία από τις σημαντικότερες ιερατικές φρατρίες θρακικής καταγωγής. Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνος, εγκαταστάθηκαν μαζί με τους υπόλοιπους Θρακικής καταγωγής στο Θριάσιο Πεδίο, επανιδρύοντας την Ελευσίνα. Κατά την παράδοση αναγνωρίσθηκαν από τον Θησέα ως επίσημοι ιεροφάντες των Ελευσινίων Μυστηρίων με την ενσωμάτωση του Θριασίου Πεδίου στην σφαίρα επιρροής και ελέγχου των Αθηνών, αποτελώντας παράλληλα και τους αποκλειστικούς θεματοφύλακες των θεσπισμένων ιερών νόμων.
Οι Ευπατρίδες ανήκαν στην τάξη των ευγενών και ήσαν εντεταλμένοι από την πολιτεία προκειμένου να παρακολουθούν τις θρησκευτικές τελετές ώστε να διαφυλάσσονται οι παραδόσεις, να ερμηνεύονται θέματα απτόμενα ιερατικών θεσμών, ασκώντας παράλληλα χρέη θεματοφυλάκων των νόμων.
Οι Ησυχίδες αποτελούσαν Μινυακής προελεύσεως ιερατική αδελφότητα που συνδέεται με την αρχέγονη παράδοση της ιερότητας του όρκου και την δίωξη της αδικίας ως και την αντιμετώπιση της Ύβρεως. Τα ιερατικά καθήκοντα στην αδελφότητα αυτή ασκούνταν πάντοτε από ιέρειες. Και αυτό διότι υπηρετούσαν τις Ερινύες, θεϊκές μορφές απονομής δικαιοσύνης και τιμωρίας των ανίερων και άδικων. Διατηρούσαν ιερό στο Τιλφούσιο της Βοιωτίας καθώς και στον ΄Ιππιο Κολωνό. Η ονομασία τους προέρχεται εκ του γεγονότος ότι οι τελετουργικές τους πράξεις διεξάγονταν εν σιγή...
Οι Θαυλονείδες συγκροτούσαν επίσης μία αρχέγονη ιερατική αδελφότητα, Πελασγικής καταγωγής, που υπηρετούσαν την θεότητα των ουρανών και των κεραυνών, από τις τάξεις της οποίας αναδεικνύονταν οι ιερείς των εορτών των Διϊπολίων.
Οι Κήρυκες είναι από τις σημαντικότερες φρατρίες ιερέων, ανάγοντας την καταγωγή τους σε θεϊκές μορφές,μέσω του Κήρυκος, υιού του Ερμή. Ο ένας από τους τέσσερις ιερείς των Ελευσινίων Μυστηρίων προερχόταν από την φρατρία τους και φέρει τον τίτλο Ιεροκήρυξ. Απαγόρευε την είσοδο στους αμυήτους και ενημέρωνε τους μυημένους ως προς το περιεχόμενο των ερωτήσεων του Ιεροφάντου, ώστε να απαντούν σωστά. Εξήγγελαν επισήμως την έναρξη προπαρασκευής των υπό μύηση για την περίοδο των μυστηριακών δρωμένων, κηρύσσοντας εγκράτεια.
Οι Κινυράδες έλκουν την καταγωγή τους από τον ηγεμόνα της Πάφου, Κιννύρα, που καθιερώνει την λατρεία της Αφροδίτης στην Κύπρο. Ο πρωθιερεύς είναι γνωστός με τον τίτλο Αγήτωρ.
Οι Κυννίδες αποτελούν μία ακόμη ιερατική φρατρία που έλκει την καταγωγή της από τον πρώτο ιερέα του Απόλλωνος Κυννίδη στην Αττική.
Οι Μελαμποδίδες, η σημαντικότερη ιερατική αδελφότητα για την προϊστορική Ελλάδα, προέρχεται από τον μυθικό μύστη Μελάμποδα. Από την Πύλο και μετά από μαθητεία στο Σπήλαιο των Λιμνών στον Χελμό, όπου αποκτά ιατρικές γνώσεις, ο Μελάμπους και οι απόγονοί του εμφανίζονται στην Ηλιδα και την Αργολίδα, δρώντας ως θεραπευτές και οιωνοσκόποι, εισάγοντας τους θεραπευτικούς καθαρμούς με χρήση βοτάνων. Η αδελφότητα διέθεται ιερό στα Αιγόσθενα της Μεγαρίδος, όπου τελούνταν ανά έτος εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν του θεοποιημένου γενάρχη της, ενώ από τα επιφανέστερα μέλη της υπήρξε ο μύστης ιατρός και οιωνοσκόπος Αμφιάραος, ιερό και εγκοιμητήριο-μαντείο του οποίου υφίσταται στον Κάλαμο Αττικής.
Ο Ηρόδοτος διατείνεται ότι οι Μελαμποδίδες (εκ του Μελάμπους=μέλας+πους=ο ηλιοκαής, ο έχων ηλιακή βάση, άρα ο μυσταγωγός), επεξήγησαν επαρκώς την προέλευση και την σημασία του ονόματος του Διονύσου.
Οι Λυκομήδες (εκ του Λύκη+μήδομαι=οι φωτεινοί στην σκέψη), υπήρξε ιερατρική φρατρία που λειτουργούσε αρχέγονα μυστήρια στην περιοχή της Καισαριανής στον Υμμητό, τα οποία σταδιακά "κατήλθαν" στην ΄Αγρα και συν τω χρόνω, με τη συμμετοχή της Σαισάρας, κόρης του βασιλέως της Ελευσίνος Κελεού, παρεχώρησαν τη σκυτάλη στα Ελευσίνια Μυστήρια...
Ν. ΚΟΜΝΗΝΟΣ