Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ ΑΡΧΑΙΑ ΒΟΡΕΙΟΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΗΤΑΝ ΑΠΟΛΥΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
Σήμερα, το ένοχο πολιτικο κατεστημένο, παραπληροφορεί και αποπροσανατολίζει τους πολίτες, ώστε να διαπράξει ανενόχλητο μία ακόμη Εθνική Προδοσία. Ενώ παραχωρεί το Ιερό όνομα της Μακεδονίας στους Σλάβους, που επιβουλεύονται με ώθηση ξένων κέντρων εθνικά κυριαρχικά μας δικαιώματα, από την άλλη πλευρά αποκρύπτει επιμελώς ότι τα εδάφη που σήμερα κατέχουν τα Σκόπια, μέχρι πριν από έναν αιώνα ήσαν Ελληνικά και έσφιζαν από Ελληνικότητα εδώ και χιλιαδες χρόνια αδιάπτωτης παρουσίας του Ελληνισμού...
Πραγματοποιώντας νοητά ένα ιστορικό οδοιπορικό και ακολουθώντας τη ροή του ποταμού Αξιού κατ΄ αντίθετη φορά, προς τη Βόρεια Μακεδονία δηλαδή, μετά τη Γευγελή, συναντούμε μία σειρά από αρχαίες ελληνικές μακεδονικές πόλεις. Πόλεις και μνημεία πολιτισμού, τα οποία τόσο το Υπουργείο Πολιτισμού όσο και το Υπουργείο Εξωτερικών, επιμελώς αποφεύγουν να αναφέρουν. Είναι προφανές ότι σκοπός της αποκρύψεως αυτής, αποτελεί η αποσιώπηση της ιστορικής πραγματικότητας, η οποία σύμφωνα με τα αψευδή τεκμήρια που μας παρέχει, συνάγεται ότι μεγάλο τμήμα της γης αυτής που κατέχει σήμερα το τεχνητό κρατίδιο των Σκοπίων, αποτελούσε στην αρχαιότητα ελληνική εστία…Η δρ Αρχαιολογίας Γεωργία Καραμήτρου-Μεντεσίδη, αναφέρει: «Η σημερινή Δυτική Μακεδονία, χώρα που ορίζεται από ορεινούς όγκους και διατρέχεται από την ποταμό Αλιάκμονα, ανήκει στην Άνω ορεινή Μακεδονία των αρχαίων, η οποία εκτεινόταν και πέρα από τα ελληνικά σύνορα, περιλαμβάνοντας τον ποταμό Εριγώνα, τις λίμνες Αχρίδα και Πρέσπες και τις περιοχές έως τα όρη Dautika, Babuna, Dren στα βόρεια».
Η εξέταση των στοιχείων που ανέδειξε η αρχαιολογική έρευνα και οι ιστορικές πηγές, διαμορφώνουν την εκτίμηση ότι ένα μεγάλο τμήμα της βορείου Μακεδονίας που σήμερα κατέχουν τα Σκόπια, είναι γη Ελληνική-Μακεδονική. Οι Σκοπιανοί και οι άλλοι σλαβικοί πληθυσμοί που σήμερα όμως κατοικούν τις περιοχές αυτές, σε καμία περίπτωση δεν είναι Μακεδόνες, αφού εγκαταστάθηκαν στον γεωγραφικό αυτό χώρο περί τον 6ο αιώνα μ.Χ. ερχόμενοι από τα βορειοανατολικά.
Στολίδι του βορειομακεδονικού Ελληνισμού, αποτελούσε η Αχρίδα, πόλη μεσαιωνική, η οποία είχε ανεγερθεί στα ερείπια της αρχαίας ελληνικής πόλεως Λυχνιδός, η οποία μεταγενέστερα αναφέρεται και σε γραπτές μαρτυρίες της ΄Αννας της Κομνηνής. Η πόλη, γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση ως πολιτιστικό αλλά και εμπορικό κέντρο επί Φιλίππου του Β΄, ενώ διαδραμάτισε σημαίνοντα στρατηγικό ρόλο κατά τα βυζαντινά χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι ο Τσέχος ιστορικός Γίρετσεκ, την αποκαλούσε “προμαχώνα του Ελληνισμού στην Μακεδονία”. Ενώ ο Γερμανός ιστορικός Βέντελ, την χαρακτηρίζει ως “Ακρόπολη του Ελληνισμού”. Ακολουθεί το Μοναστήρι, η πρωτεύουσα της αρχαίας Πελαγονίας, το οποίο ταυτίζεται με την αρχαία ελληνική πόλη Ηράκλεια.
Ουδείς σήμερα αναφέρεται στην αρχαία Γορδονία, στα ερείπια της οποίας έχουν ανευρεθεί αξιόλογα μνημεία πολιτισμού, αλλά και απειράριθμα ελληνικά νομίσματα με χαραγμένες στις όψεις τους τις μορφές των Ελλήνων Μακεδόνων Βασιλέων.
Ο Στράβων (Βιβλίο Ζ, Ε), αναφέρει σχετικά τα ακόλουθα: “Ψηλότερα από την Αμφίπολη, ζούσαν οι Βισάλτες, έως την πόλη Ηράκλεια και κατείχαν την εύφορη πεδιάδα που διαρρέει ο Στρυμόνας, ο οποίος πηγάζει από την χώρα των Αγριάνων και τη Ροδόπη…”. Ο Στέφανος Βυζάντιος, αποκαλεί την Ηράκλεια “Αμύντου του Φιλίππου κτίσμα”. Η πόλη αναφέρεται και από τον Ιεροκλή (Συνέκδημος, Παρθικόπολις, Ηράκλεια Στρυμόνος), πόλη ελληνική από της ιδρύσεώς της.
Και παρακάτω, στο ίδιο Κεφάλαιο, ο γεωγράφος Στράβων συνεχίζει: "Στην ενδοχώρα της βρίσκεται η πεδιάδα της Ειδομένης με τις πόλεις της, την Καλλίπολη, την Ορθόπολη, την Φιλιππούπολη και την Γαρησκό…". Άκρα του τάφου σιωπή φυσικά και για την αρχαία Ειδομένη, κέντρο φημισμένο της αγγειοπλαστικής τέχνης κατά την αρχαιότητα, πόλη ευρισκόμενη άνωθεν της Γορδονίας, διαθέτοντας Ακρόπολη η οποία δέσποζε στην ευρύτερη περιοχή…
Την Ειδομένη αναφέρει και ο Θουκυδίδης (Β 100) ως αρχαία ελληνική πόλη της Μακεδονίας, στις όχθες του Αξιού. Η αρχαία αυτή πόλη, ταυτίζεται με τη σημερινή Γευγελή, απέχοντας μόλις 2 χιλιόμετρα από τα σημερινά ελληνικά σύνορα, αποτελώντας ένα από τα πιο ισχυρά και ακμαία κέντρα του Ελληνισμού, με έμφαση τόσο στο εμπόριο, όσο και στην παιδεία. Η Γαρησκός, ταυτίζεται με το σημερινό Μελένικο στην βόρειο Μακεδονία. Ενώ η αρχαία Βέργη, υπήρξε γενέτειρα του κωμωδιογράφου Αντιφάνη. Η ιστορία βοά, τα ευρήματα κραυγάζουν, ωστόσο η σκοπιμότητα που θέλει τον Μ. Αλέξανδρο… σκοπιανό, οργιάζει.
Στην περιοχή της βόρειας Μακεδονίας, γύρω από τον ποταμό Αξιό, βρισκόταν επίσης η Αμφαξίτις, που απετέλεσε σε κάποια χρονική περίοδο και ιδιαίτερο βασίλειο (αποτελούμενη από τις πόλεις Αμυδών, Καραβία, Ειδομένη, Ταυριανά και άλλες), στην οποία όπως συνηγορεί και ο Θουκυδίδης (Α 58), κυριαρχούσαν οι Τημενίδες Αργείοι και οι Χαλκιδείς, οι οποίοι μεταγενέστερα συγκεντρώθηκαν νοτιότερα και κατοίκησαν στην ΄Ολυνθο. Ο ποταμός Αξιός αναφέρεται ήδη στην Ομήρου Ιλιάδα (Β 849, 850) ως “ευρύ ρέον” ποτάμι, διαθέτοντας "κάλλικον ύδωρ". Στις όχθες του ήταν κτισμένες πάμπολλες αρχαίες ελληνικές πόλεις (Ίχναι, Αταλάντη, Ευρωπός, Αμυδώνα κ.α.), αξιοποιώντας το ευεργετικό πλεονέκτημα της χρησιμοποιήσεως των υδάτων του.
Στην λήθη επίσης ευρίσκεται η αρχαία Αντιγόνεια, γενέτειρα του επιφανή Μακεδόνα βασιλέα Αντιγόνου Γονατά, η οποία κατείχε στρατηγική θέση, ελέγχοντας την πρόσβαση από την Παιονία προς την Μακεδονία, κατοπτεύοντας τις “Σιδηρές πύλες” του Αξιού. Τα τελευταία χρόνια διεξάγονται αρχαιολογικές ανασκαφές στην περιοχή Γκραντίστε του νοτιοσλαβικού κράτους των Σκοπίων (στη βόρεια αρχαία Μακεδονία, κοντά στο σημερινό δήμο Νεγκοτίνο), καθώς οι αρχαιολόγοι προσδιόρισαν ότι εκεί βρίσκεται η αρχαία πόλη Αντιγόνεια. Η περιοχή των ερευνών βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμού Αξιού, κοντά στη σιδηροδρομική γραμμή που συνδέει την Ελλάδα με τα Σκόπια.
Με την αρχαία πόλη Στύβερα επίσης ταυτίζεται το σημερινό σλαβικό χωριό Τσεπίχοβο, ενώ ο ερευνητής Μαργαρίτης Δήμτσας, στο έργο του "Η Μακεδονία εν λίθοις φθεγγομένοις και μνημείοις σωζομένοις", 1896, αναφέρει ότι σύμφωνα με επιγραφές ανευρεθείσες, ολόκληρη η περιοχή της αρχαίας Δευριόπου ήταν ελληνική. Και όχι αυτή μόνον…
Ο Στράβων (Βιβλίο Ζ, Ε), αναφέρεται στην Παιονία, η οποία, όπως επισημαίνει "κείται ανατολικά εν σχέσει με τα έθνη που περιγράψαμε, δυτικά απ΄ τα όρη της Θράκης, ενώ απλώνεται στα βόρεια της χώρας των Μακεδόνων και η είσοδος σ΄ αυτήν είναι δυνατή από τον δρόμο που περνάει απ΄ την πόλη Γοργύνιο και τους Στοβούς…". Οι αρχαίοι Στοβοί, πρωτεύουσα της Παιονίας, απ΄την οποία κατάγεται ο συγγραφέας των Εκλογών, Ιωάννης ο Στοβαίος (4ος αιώνας μ.Χ.), υπήρξε πόλη ελληνική, λίκνο του βορειομακεδονικού Ελληνισμού. Η Γορτυνία πάλι, αρχαία πόλη ελληνική, ιδρύθηκε από τον Βόττωνα, ηρωϊκή μορφή προερχόμενη από την Κρήτη.
Η Κανδουνία είναι Ιλλυρικό όρος, που διέρχεται μέσω της πόλεως Λυχνιδού και του Πυλώνος, ενός τόπου που οριοθετεί στον δρόμο την Ιλλυρίδα και την Μακεδονία (Στράβων, Γεωγραφικά, βιβλίο Ζ, 74).
Οι κάτοικοι της Γευγελής, συμμετείχαν στην εθνεγερσία του 1821 συγκροτώντας εθελοντικό σώμα, ενώ διατήρησαν άσβηστο τον πυρσό της ελληνικής παιδείας τουλάχιστον σε τουλάχιστον σε 25 χωριά της περιοχής, πέραν της πόλεώς τους, καλλιεργώντας τον καρπό της εθνικής ελευθερίας…
Ανερχόμενοι προς τα άνω και ακολουθώντας την κοίτη του ποταμού Αξιού, συναντούμε την πόλη Βελισσά, γνωστή σήμερα ως Βέλες. Πρόκειται για τα Βυλάζωρα της αρχαίας Παιονίας, μεγάλο εμπορικό κέντρο των Ελλήνων, οι κάτοικοι των οποίων θα δια τηρήσουν την ελληνική τους συνείδηση και ταυτότητα μέχρι και τον 15ο μ.Χ. αιώνα! Μέχρι και το 1890, η ελληνική αυτή πόλη διέθετε 3.000 ΄Ελληνες κατοίκους, ενώ περιήλθε στην κυριαρχία των Σέρβων, μόλις το 1913. Στη σημερινή πόλη Στυπ, βρισκόταν η θέση της αρχαίας ελληνικής πόλεως Άστυπος, ευρήματα της οποίας, όπως ένα άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ευρεθέν σε αρχαιολογικές ανασκαφές, έχουν ιδιοποιηθεί οι σκοπιανοί παραχαράκτες της ιστορίας…
Με τη σημερινή Στρώμνιτσα, ταυτιζόταν η αρχαία ελληνική πόλη Άστρειον, που με τη σειρά της παραχώρησε κατά τα βυζαντινά χρόνια τη θέση της στην Τιβεριούπολη, μία περιοχή όπου η ανασκαφική σκαπάνη ανέδειξε πληθώρα ελληνικών αγαλμάτων, επιγραφών, νομισμάτων και άλλων τεκμηρίων και μνημείων που πιστοποιούν την ελληνικότητα της περιοχής, όπως άλλωστε και των γύρω χωριών Μακρύοβο, Ελεούσας και Σφυδοβίτσας.
Από την αρχαία Κρουσόπολη (σημερινό Κρούσοβο) έως την Φιλιππούπολη και τη Βάρνα, από τους αρχαίους Στοβούς έως το Ιάσιο και την Μολδοβλαχία, η γη κρύβει στα σπλάχνα της αδιάσειστα στοιχεία-μνημεία που βοούν για την ελληνικότητα των περιοχών αυτών.
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές έφεραν στο φως εκατοντάδες πλάκες με ελληνικές επιγραφές. Σ΄ αυτές ακριβώς αναφέρεται το πεντάτομο έργο «Inscriptiones Graecae inBoylgaria repereptae” που εκδόθηκε στην Βουλγαρία το 1960. Στην βόρεια Μακεδονία όλες οι εκφάνσεις της καθημερινής ζωής (γλώσσα, θρησκεία, ήθη-έθιμα, εκδηλώσεις πολιτισμού) έφεραν την σφραγίδα της Ελληνικότητας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι νοτιοδυτικά της πόλεως του Μοναστηρίου, σώζονται τα ερείπια των τειχών και του θεάτρου της Λυγκιστικής Ηράκλειας. Μεταξύ άλλων, εκεί ανακαλύφθηκαν τα αγάλματα 8 Θεών της κυρίως Ελλάδος που λάτρευαν οι κάτοικοι της περιοχής αυτής.
Στην Τρεμπένιτσα, κοντά στην λίμνη της Αχρίδας, ο βουλγαρικός στρατός το 1918, ανακάλυψε τυχαία 7 ασύλητους τάφους ηγεμόνων της ύστερης αρχαϊκής περιόδου. Στους τάφους βρέθηκε οπλισμός, διάφορα χρυσά-αργυρά κοσμήματα, καθώς και ολόχρυσες προσωπίδες του 4ου αιώνα π.Χ., έργα καταφανώς μυκηναϊκής τεχνοτροπίας…
Καθόλου τυχαία, το ίδρυμα Γεωπολιτικών Μελετώ Stratford (οι σχέσεις του οποίου με τηCIA είναι κάτι περισσότερο από δεδομένες), σε γεωπολιτική ανάλυσή του είχε αποφανθεί ότι η Ελλάδα για να επιβιώσει χρειάζεται “στρατηγικό βάθος” που όσον αφορά τα βόρεια σύνορά της να φθάνει μέχρι τις Σιδηρές Πύλες του Αξιού, συμπεριλαμβάνοντας την ανατολική Ρωμυλία... Αντίθετα, είναι προφανές ότι η εκχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας στους καπήλους και σφετεριστές του Σκοπιανούς, αποτελεί το προοίμιο για μία γενικότερη αμφισβήτηση παγιωμένων καταστάσεων και ανοίγει το δρόμο για περαιτέρω διεκδικήσεις και υπονομεύσεις που θα επιφέρουν, με την αμερικανική βεβαίως υποδαύλιση, τον εδαφικό διαμελισμό της Ελλάδος και την απόσπαση της Μακεδονίας για την ένταξή της σε ένα ευρύτερο κρατίδιο που θα δημιουργηθεί στην περιοχή, λειτουργώντας και ως διεθνοποιημένη ζώνη κατά το δοκούν...
Παρά τους διωγμούς, τον αφελληνισμό, τον εκσλαβισμό των ονομάτων τους, την εγκατάλειψη από το επίσημο ελληνικό κράτος, ο Ελληνισμός των Σκοπίων υπάρχει, αναπνέει, αφουγκράζεται την ιστορική μνήμη και αντέχει, σηκώνοντας τον δικό του γολγοθά, όπως και όλων των αλύτρωτων ελληνικών εδαφών. Αντέχει και υπομένει, μέχρι η ιστορία να ξανακάνει τους κύκλους της και να ανατείλει η ελπίδα και η δικαίωση αποκαθιστώντας την ιστορική πραγματικότητα και την αλήθεια…
Πραγματοποιώντας νοητά ένα ιστορικό οδοιπορικό και ακολουθώντας τη ροή του ποταμού Αξιού κατ΄ αντίθετη φορά, προς τη Βόρεια Μακεδονία δηλαδή, μετά τη Γευγελή, συναντούμε μία σειρά από αρχαίες ελληνικές μακεδονικές πόλεις. Πόλεις και μνημεία πολιτισμού, τα οποία τόσο το Υπουργείο Πολιτισμού όσο και το Υπουργείο Εξωτερικών, επιμελώς αποφεύγουν να αναφέρουν. Είναι προφανές ότι σκοπός της αποκρύψεως αυτής, αποτελεί η αποσιώπηση της ιστορικής πραγματικότητας, η οποία σύμφωνα με τα αψευδή τεκμήρια που μας παρέχει, συνάγεται ότι μεγάλο τμήμα της γης αυτής που κατέχει σήμερα το τεχνητό κρατίδιο των Σκοπίων, αποτελούσε στην αρχαιότητα ελληνική εστία…Η δρ Αρχαιολογίας Γεωργία Καραμήτρου-Μεντεσίδη, αναφέρει: «Η σημερινή Δυτική Μακεδονία, χώρα που ορίζεται από ορεινούς όγκους και διατρέχεται από την ποταμό Αλιάκμονα, ανήκει στην Άνω ορεινή Μακεδονία των αρχαίων, η οποία εκτεινόταν και πέρα από τα ελληνικά σύνορα, περιλαμβάνοντας τον ποταμό Εριγώνα, τις λίμνες Αχρίδα και Πρέσπες και τις περιοχές έως τα όρη Dautika, Babuna, Dren στα βόρεια».
Η εξέταση των στοιχείων που ανέδειξε η αρχαιολογική έρευνα και οι ιστορικές πηγές, διαμορφώνουν την εκτίμηση ότι ένα μεγάλο τμήμα της βορείου Μακεδονίας που σήμερα κατέχουν τα Σκόπια, είναι γη Ελληνική-Μακεδονική. Οι Σκοπιανοί και οι άλλοι σλαβικοί πληθυσμοί που σήμερα όμως κατοικούν τις περιοχές αυτές, σε καμία περίπτωση δεν είναι Μακεδόνες, αφού εγκαταστάθηκαν στον γεωγραφικό αυτό χώρο περί τον 6ο αιώνα μ.Χ. ερχόμενοι από τα βορειοανατολικά.
Στολίδι του βορειομακεδονικού Ελληνισμού, αποτελούσε η Αχρίδα, πόλη μεσαιωνική, η οποία είχε ανεγερθεί στα ερείπια της αρχαίας ελληνικής πόλεως Λυχνιδός, η οποία μεταγενέστερα αναφέρεται και σε γραπτές μαρτυρίες της ΄Αννας της Κομνηνής. Η πόλη, γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση ως πολιτιστικό αλλά και εμπορικό κέντρο επί Φιλίππου του Β΄, ενώ διαδραμάτισε σημαίνοντα στρατηγικό ρόλο κατά τα βυζαντινά χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι ο Τσέχος ιστορικός Γίρετσεκ, την αποκαλούσε “προμαχώνα του Ελληνισμού στην Μακεδονία”. Ενώ ο Γερμανός ιστορικός Βέντελ, την χαρακτηρίζει ως “Ακρόπολη του Ελληνισμού”. Ακολουθεί το Μοναστήρι, η πρωτεύουσα της αρχαίας Πελαγονίας, το οποίο ταυτίζεται με την αρχαία ελληνική πόλη Ηράκλεια.
Ουδείς σήμερα αναφέρεται στην αρχαία Γορδονία, στα ερείπια της οποίας έχουν ανευρεθεί αξιόλογα μνημεία πολιτισμού, αλλά και απειράριθμα ελληνικά νομίσματα με χαραγμένες στις όψεις τους τις μορφές των Ελλήνων Μακεδόνων Βασιλέων.
Ο Στράβων (Βιβλίο Ζ, Ε), αναφέρει σχετικά τα ακόλουθα: “Ψηλότερα από την Αμφίπολη, ζούσαν οι Βισάλτες, έως την πόλη Ηράκλεια και κατείχαν την εύφορη πεδιάδα που διαρρέει ο Στρυμόνας, ο οποίος πηγάζει από την χώρα των Αγριάνων και τη Ροδόπη…”. Ο Στέφανος Βυζάντιος, αποκαλεί την Ηράκλεια “Αμύντου του Φιλίππου κτίσμα”. Η πόλη αναφέρεται και από τον Ιεροκλή (Συνέκδημος, Παρθικόπολις, Ηράκλεια Στρυμόνος), πόλη ελληνική από της ιδρύσεώς της.
Και παρακάτω, στο ίδιο Κεφάλαιο, ο γεωγράφος Στράβων συνεχίζει: "Στην ενδοχώρα της βρίσκεται η πεδιάδα της Ειδομένης με τις πόλεις της, την Καλλίπολη, την Ορθόπολη, την Φιλιππούπολη και την Γαρησκό…". Άκρα του τάφου σιωπή φυσικά και για την αρχαία Ειδομένη, κέντρο φημισμένο της αγγειοπλαστικής τέχνης κατά την αρχαιότητα, πόλη ευρισκόμενη άνωθεν της Γορδονίας, διαθέτοντας Ακρόπολη η οποία δέσποζε στην ευρύτερη περιοχή…
Την Ειδομένη αναφέρει και ο Θουκυδίδης (Β 100) ως αρχαία ελληνική πόλη της Μακεδονίας, στις όχθες του Αξιού. Η αρχαία αυτή πόλη, ταυτίζεται με τη σημερινή Γευγελή, απέχοντας μόλις 2 χιλιόμετρα από τα σημερινά ελληνικά σύνορα, αποτελώντας ένα από τα πιο ισχυρά και ακμαία κέντρα του Ελληνισμού, με έμφαση τόσο στο εμπόριο, όσο και στην παιδεία. Η Γαρησκός, ταυτίζεται με το σημερινό Μελένικο στην βόρειο Μακεδονία. Ενώ η αρχαία Βέργη, υπήρξε γενέτειρα του κωμωδιογράφου Αντιφάνη. Η ιστορία βοά, τα ευρήματα κραυγάζουν, ωστόσο η σκοπιμότητα που θέλει τον Μ. Αλέξανδρο… σκοπιανό, οργιάζει.
Στην περιοχή της βόρειας Μακεδονίας, γύρω από τον ποταμό Αξιό, βρισκόταν επίσης η Αμφαξίτις, που απετέλεσε σε κάποια χρονική περίοδο και ιδιαίτερο βασίλειο (αποτελούμενη από τις πόλεις Αμυδών, Καραβία, Ειδομένη, Ταυριανά και άλλες), στην οποία όπως συνηγορεί και ο Θουκυδίδης (Α 58), κυριαρχούσαν οι Τημενίδες Αργείοι και οι Χαλκιδείς, οι οποίοι μεταγενέστερα συγκεντρώθηκαν νοτιότερα και κατοίκησαν στην ΄Ολυνθο. Ο ποταμός Αξιός αναφέρεται ήδη στην Ομήρου Ιλιάδα (Β 849, 850) ως “ευρύ ρέον” ποτάμι, διαθέτοντας "κάλλικον ύδωρ". Στις όχθες του ήταν κτισμένες πάμπολλες αρχαίες ελληνικές πόλεις (Ίχναι, Αταλάντη, Ευρωπός, Αμυδώνα κ.α.), αξιοποιώντας το ευεργετικό πλεονέκτημα της χρησιμοποιήσεως των υδάτων του.
Στην λήθη επίσης ευρίσκεται η αρχαία Αντιγόνεια, γενέτειρα του επιφανή Μακεδόνα βασιλέα Αντιγόνου Γονατά, η οποία κατείχε στρατηγική θέση, ελέγχοντας την πρόσβαση από την Παιονία προς την Μακεδονία, κατοπτεύοντας τις “Σιδηρές πύλες” του Αξιού. Τα τελευταία χρόνια διεξάγονται αρχαιολογικές ανασκαφές στην περιοχή Γκραντίστε του νοτιοσλαβικού κράτους των Σκοπίων (στη βόρεια αρχαία Μακεδονία, κοντά στο σημερινό δήμο Νεγκοτίνο), καθώς οι αρχαιολόγοι προσδιόρισαν ότι εκεί βρίσκεται η αρχαία πόλη Αντιγόνεια. Η περιοχή των ερευνών βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμού Αξιού, κοντά στη σιδηροδρομική γραμμή που συνδέει την Ελλάδα με τα Σκόπια.
Με την αρχαία πόλη Στύβερα επίσης ταυτίζεται το σημερινό σλαβικό χωριό Τσεπίχοβο, ενώ ο ερευνητής Μαργαρίτης Δήμτσας, στο έργο του "Η Μακεδονία εν λίθοις φθεγγομένοις και μνημείοις σωζομένοις", 1896, αναφέρει ότι σύμφωνα με επιγραφές ανευρεθείσες, ολόκληρη η περιοχή της αρχαίας Δευριόπου ήταν ελληνική. Και όχι αυτή μόνον…
Ο Στράβων (Βιβλίο Ζ, Ε), αναφέρεται στην Παιονία, η οποία, όπως επισημαίνει "κείται ανατολικά εν σχέσει με τα έθνη που περιγράψαμε, δυτικά απ΄ τα όρη της Θράκης, ενώ απλώνεται στα βόρεια της χώρας των Μακεδόνων και η είσοδος σ΄ αυτήν είναι δυνατή από τον δρόμο που περνάει απ΄ την πόλη Γοργύνιο και τους Στοβούς…". Οι αρχαίοι Στοβοί, πρωτεύουσα της Παιονίας, απ΄την οποία κατάγεται ο συγγραφέας των Εκλογών, Ιωάννης ο Στοβαίος (4ος αιώνας μ.Χ.), υπήρξε πόλη ελληνική, λίκνο του βορειομακεδονικού Ελληνισμού. Η Γορτυνία πάλι, αρχαία πόλη ελληνική, ιδρύθηκε από τον Βόττωνα, ηρωϊκή μορφή προερχόμενη από την Κρήτη.
Οι κάτοικοι της Γευγελής, συμμετείχαν στην εθνεγερσία του 1821 συγκροτώντας εθελοντικό σώμα, ενώ διατήρησαν άσβηστο τον πυρσό της ελληνικής παιδείας τουλάχιστον σε τουλάχιστον σε 25 χωριά της περιοχής, πέραν της πόλεώς τους, καλλιεργώντας τον καρπό της εθνικής ελευθερίας…
Ανερχόμενοι προς τα άνω και ακολουθώντας την κοίτη του ποταμού Αξιού, συναντούμε την πόλη Βελισσά, γνωστή σήμερα ως Βέλες. Πρόκειται για τα Βυλάζωρα της αρχαίας Παιονίας, μεγάλο εμπορικό κέντρο των Ελλήνων, οι κάτοικοι των οποίων θα δια τηρήσουν την ελληνική τους συνείδηση και ταυτότητα μέχρι και τον 15ο μ.Χ. αιώνα! Μέχρι και το 1890, η ελληνική αυτή πόλη διέθετε 3.000 ΄Ελληνες κατοίκους, ενώ περιήλθε στην κυριαρχία των Σέρβων, μόλις το 1913. Στη σημερινή πόλη Στυπ, βρισκόταν η θέση της αρχαίας ελληνικής πόλεως Άστυπος, ευρήματα της οποίας, όπως ένα άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ευρεθέν σε αρχαιολογικές ανασκαφές, έχουν ιδιοποιηθεί οι σκοπιανοί παραχαράκτες της ιστορίας…
Με τη σημερινή Στρώμνιτσα, ταυτιζόταν η αρχαία ελληνική πόλη Άστρειον, που με τη σειρά της παραχώρησε κατά τα βυζαντινά χρόνια τη θέση της στην Τιβεριούπολη, μία περιοχή όπου η ανασκαφική σκαπάνη ανέδειξε πληθώρα ελληνικών αγαλμάτων, επιγραφών, νομισμάτων και άλλων τεκμηρίων και μνημείων που πιστοποιούν την ελληνικότητα της περιοχής, όπως άλλωστε και των γύρω χωριών Μακρύοβο, Ελεούσας και Σφυδοβίτσας.
Από την αρχαία Κρουσόπολη (σημερινό Κρούσοβο) έως την Φιλιππούπολη και τη Βάρνα, από τους αρχαίους Στοβούς έως το Ιάσιο και την Μολδοβλαχία, η γη κρύβει στα σπλάχνα της αδιάσειστα στοιχεία-μνημεία που βοούν για την ελληνικότητα των περιοχών αυτών.
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές έφεραν στο φως εκατοντάδες πλάκες με ελληνικές επιγραφές. Σ΄ αυτές ακριβώς αναφέρεται το πεντάτομο έργο «Inscriptiones Graecae inBoylgaria repereptae” που εκδόθηκε στην Βουλγαρία το 1960. Στην βόρεια Μακεδονία όλες οι εκφάνσεις της καθημερινής ζωής (γλώσσα, θρησκεία, ήθη-έθιμα, εκδηλώσεις πολιτισμού) έφεραν την σφραγίδα της Ελληνικότητας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι νοτιοδυτικά της πόλεως του Μοναστηρίου, σώζονται τα ερείπια των τειχών και του θεάτρου της Λυγκιστικής Ηράκλειας. Μεταξύ άλλων, εκεί ανακαλύφθηκαν τα αγάλματα 8 Θεών της κυρίως Ελλάδος που λάτρευαν οι κάτοικοι της περιοχής αυτής.
Στην Τρεμπένιτσα, κοντά στην λίμνη της Αχρίδας, ο βουλγαρικός στρατός το 1918, ανακάλυψε τυχαία 7 ασύλητους τάφους ηγεμόνων της ύστερης αρχαϊκής περιόδου. Στους τάφους βρέθηκε οπλισμός, διάφορα χρυσά-αργυρά κοσμήματα, καθώς και ολόχρυσες προσωπίδες του 4ου αιώνα π.Χ., έργα καταφανώς μυκηναϊκής τεχνοτροπίας…
Καθόλου τυχαία, το ίδρυμα Γεωπολιτικών Μελετώ Stratford (οι σχέσεις του οποίου με τηCIA είναι κάτι περισσότερο από δεδομένες), σε γεωπολιτική ανάλυσή του είχε αποφανθεί ότι η Ελλάδα για να επιβιώσει χρειάζεται “στρατηγικό βάθος” που όσον αφορά τα βόρεια σύνορά της να φθάνει μέχρι τις Σιδηρές Πύλες του Αξιού, συμπεριλαμβάνοντας την ανατολική Ρωμυλία... Αντίθετα, είναι προφανές ότι η εκχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας στους καπήλους και σφετεριστές του Σκοπιανούς, αποτελεί το προοίμιο για μία γενικότερη αμφισβήτηση παγιωμένων καταστάσεων και ανοίγει το δρόμο για περαιτέρω διεκδικήσεις και υπονομεύσεις που θα επιφέρουν, με την αμερικανική βεβαίως υποδαύλιση, τον εδαφικό διαμελισμό της Ελλάδος και την απόσπαση της Μακεδονίας για την ένταξή της σε ένα ευρύτερο κρατίδιο που θα δημιουργηθεί στην περιοχή, λειτουργώντας και ως διεθνοποιημένη ζώνη κατά το δοκούν...
Παρά τους διωγμούς, τον αφελληνισμό, τον εκσλαβισμό των ονομάτων τους, την εγκατάλειψη από το επίσημο ελληνικό κράτος, ο Ελληνισμός των Σκοπίων υπάρχει, αναπνέει, αφουγκράζεται την ιστορική μνήμη και αντέχει, σηκώνοντας τον δικό του γολγοθά, όπως και όλων των αλύτρωτων ελληνικών εδαφών. Αντέχει και υπομένει, μέχρι η ιστορία να ξανακάνει τους κύκλους της και να ανατείλει η ελπίδα και η δικαίωση αποκαθιστώντας την ιστορική πραγματικότητα και την αλήθεια…
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ionhellas@gmail.com